Με τα επίσημα στοιχεία του υπουργείου Δικαιοσύνης να αντανακλούν τηραγδαία αύξηση του αριθμού των εγκλείστων τα τελευταία χρόνια, αλλά και τις ιδιωτικές μαρτυρίες των κρατουμένων να αποτυπώνουν μία ζοφερή πραγματικότητα, το ελληνικό σωφρονιστικό σύστημα αποτελεί έναν ενεργόαναχρονισμό.
Η κατάσταση στα σωφρονιστικά καταστήματα της χώρας συνιστά μία αδράνεια σε μία κοινωνία που για κάποια περίοδο έμοιαζε να εκσυγχρονίζεται σε κάποια επίπεδα, για να σημειώσει θεαματικό συνολικό πισωγύρισμα στην εποχή του Μνημονίου.
Σήμερα στις φυλακές της επικράτειας στοιβάζονται, αυτό είναι το ρήμα, περίπου 12.500 άνθρωποι, όταν η δυναμικότητα τους δεν ξεπερνά τις 9.300 θέσεις. Ο αντίστοιχος αριθμός το 2003 ήταν 8.148, ενώ το 2007, το έτος που το τέλος του σηματοδοτεί την εκδήλωση της οικονομικής κρίσης, 10.370.
Από τα επίσημα στοιχεία του αρμόδιου υπουργείου, προκύπτει ότι περίπου το 65% των κρατουμένων, ήτοι σχεδόν 7.900 άνθρωποι, είναι αλλοδαποί, ενώ περίπου το 1/3, δηλαδή 4.136 άτομα, είναι παραβάτες του νόμου περί ναρκωτικών.
Γενικά αν και η πληθώρα των κρατουμένων αντιμετωπίζει βαριές ποινές, γεγονός που καταδεικνύει και τα ανελαστικά χαρακτηριστικά του ελληνικού δικαϊκού συστήματος, εν τούτοις εκτιμάται ότι από τον αριθμό των ελαφροποινιτών, μπορεί να προσφερθεί μία κάποια «λύση» αποσυμφόρησης.
Για να συμβεί αυτό χρειάζεται να υλοποιηθούν σκέψεις, οι οποίες ωριμάζουν πλέον στο υπουργείο Δικαιοσύνης, όπως η διαγραφή πειθαρχικών ποινών, η αναμόρφωση του καθεστώτος χορήγησης αδειών και της απόλυσης υπό όρους, καθώς και η μεταρρύθμιση του δυσλειτουργικού Σωφρονιστικού Κώδικα. Επιπλέον, η πραγματοποιηθείσα τροποποίηση των όρων που απαιτείται να ικανοποιούνται για μεταφορά κρατουμένων σε αγροτικές φυλακές, θα επιτρέψει τη ροή έως και 400 κρατουμένων προς τα εκεί.
Τις προάλλες, στις αρχές Ιουλίου, ο υπουργός, Αντώνης Ρουπακιώτης ήταν σαφής και αυτό είναι ενθαρρυντικό. «Έχουμε υποχρεώσεις απέναντί σας. Πιστεύουμε ότι οι φυλακές είναι φυλακές της κοινωνίας μας. Είστε συμπολίτες και συνάνθρωποί μας. Έχετε δικαιώματα και η πολιτεία όσο και η κοινωνία πρέπει να μην τα αγνοούν» δήλωσε προς τους κρατούμενους του σωφρονιστικού ιδρύματος Κορυδαλλού, κατά τη διάρκεια επίσκεψής του.
Βέβαια, η υφιστάμενη κατάσταση χαρακτηρίζεται από το ασφυκτικό πλαίσιο που οριοθετεί ουπερπληθυσμός, οι συνήθως μη ανταποκρινόμενες στα θεσπισμένα κριτήρια κτηριακές εγκαταστάσεις, οι ελλείψεις σε προσωπικό -σωφρονιστικό, νοσηλευτικό και ιατρικό- αλλά καιαναλώσιμα που έχουν επιφέρει οι πολιτικές λιτότητας κ.ά. Όλα τα δεδομένα μαζί συνθέτουν ένα σκηνικό μη αξιοβίωτου βίου, ο οποίος, συν τοις άλλοις, επιβαρύνεται από το κύμα ασθενειών που εκδηλώνεται υπ’ αυτούς τους όρους κράτησης.
Αν σε όλα αυτά συνυπολογιστεί το ότι εξαιτίας του κορεσμού των φυλακών, τα αστυνομικά κρατητήρια τείνουν να μετατραπούν σε… άτυπες φυλακές, δε συνιστά παρά θλιβερά αναμενόμενο γεγονός το ότι διεθνείς φορείς (Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά των Βασανιστηρίων και της Απάνθρωπης Μεταχείρισης κ.α.) συχνά – πυκνά καταδικάζουν την Ελλάδα για τη μεταχείριση που επιφυλάσσει στους κρατούμενούς της, ιδίως στις πλέον ευπαθείς κατηγορίες αυτών (γυναίκες, οροθετικοί, τοξικοεξαρτημένοι, μετανάστες κ.ο.κ).
Παρά το ότι τα τελευταία χρόνια προστέθηκαν νέα σωφρονιστικά καταστήματα στο «χάρτη», εκ των οποίων κάποια βέβαια, όπως αυτό της Νιγρίτας, υπολειτουργούν λόγω ελλείψεων σε στελεχικό δυναμικό, η κατάσταση επιδεινώνεται αντί να βελτιώνεται.
Το μίγμα που δημιουργεί η οικονομική κρίση είναι «τοξικό». Από τη μία, η υποβάθμιση του βιοτικού επιπέδου προκαλεί αλυσιδωτές αντιδράσεις, ιδίως σε ό,τι αφορά τους πλέον ευπαθείς πληθυσμούς, οι οποίοι και αποδεικνύονται πιο επιρρεπείς στην παραβατικότητα. Από την άλλη, ενώ οι οριακές κοινωνικές συνθήκες ευνοούν την εκδήλωση παραβατικών συμπεριφορών, οι περιοριστικές δημοσιονομικές πολιτικές υπονομεύουν ποικιλότροπα την ποιότητα κράτησης των αυξανόμενων εγκλείστων.
Το αποτέλεσμα των παραπάνω διεργασιών είναι η επί της ουσίας εγκατάλειψη κάθε προοπτικής σωφρονισμού, η περαιτέρω περιθωριοποίηση των κρατουμένων, η κοινωνική απομόνωσή τους και εν τέλει η λειτουργία της φυλακής ως ενός τόπου που αντίθετα από τον καταστατικό προορισμό της, ανατροφοδοτεί το φαύλο κύκλο της παραβατικότητας.
Παναγιώτης Σκευοφύλακας
Η κατάσταση στα σωφρονιστικά καταστήματα της χώρας συνιστά μία αδράνεια σε μία κοινωνία που για κάποια περίοδο έμοιαζε να εκσυγχρονίζεται σε κάποια επίπεδα, για να σημειώσει θεαματικό συνολικό πισωγύρισμα στην εποχή του Μνημονίου.
Σήμερα στις φυλακές της επικράτειας στοιβάζονται, αυτό είναι το ρήμα, περίπου 12.500 άνθρωποι, όταν η δυναμικότητα τους δεν ξεπερνά τις 9.300 θέσεις. Ο αντίστοιχος αριθμός το 2003 ήταν 8.148, ενώ το 2007, το έτος που το τέλος του σηματοδοτεί την εκδήλωση της οικονομικής κρίσης, 10.370.
Από τα επίσημα στοιχεία του αρμόδιου υπουργείου, προκύπτει ότι περίπου το 65% των κρατουμένων, ήτοι σχεδόν 7.900 άνθρωποι, είναι αλλοδαποί, ενώ περίπου το 1/3, δηλαδή 4.136 άτομα, είναι παραβάτες του νόμου περί ναρκωτικών.
Γενικά αν και η πληθώρα των κρατουμένων αντιμετωπίζει βαριές ποινές, γεγονός που καταδεικνύει και τα ανελαστικά χαρακτηριστικά του ελληνικού δικαϊκού συστήματος, εν τούτοις εκτιμάται ότι από τον αριθμό των ελαφροποινιτών, μπορεί να προσφερθεί μία κάποια «λύση» αποσυμφόρησης.
Για να συμβεί αυτό χρειάζεται να υλοποιηθούν σκέψεις, οι οποίες ωριμάζουν πλέον στο υπουργείο Δικαιοσύνης, όπως η διαγραφή πειθαρχικών ποινών, η αναμόρφωση του καθεστώτος χορήγησης αδειών και της απόλυσης υπό όρους, καθώς και η μεταρρύθμιση του δυσλειτουργικού Σωφρονιστικού Κώδικα. Επιπλέον, η πραγματοποιηθείσα τροποποίηση των όρων που απαιτείται να ικανοποιούνται για μεταφορά κρατουμένων σε αγροτικές φυλακές, θα επιτρέψει τη ροή έως και 400 κρατουμένων προς τα εκεί.
Τις προάλλες, στις αρχές Ιουλίου, ο υπουργός, Αντώνης Ρουπακιώτης ήταν σαφής και αυτό είναι ενθαρρυντικό. «Έχουμε υποχρεώσεις απέναντί σας. Πιστεύουμε ότι οι φυλακές είναι φυλακές της κοινωνίας μας. Είστε συμπολίτες και συνάνθρωποί μας. Έχετε δικαιώματα και η πολιτεία όσο και η κοινωνία πρέπει να μην τα αγνοούν» δήλωσε προς τους κρατούμενους του σωφρονιστικού ιδρύματος Κορυδαλλού, κατά τη διάρκεια επίσκεψής του.
Βέβαια, η υφιστάμενη κατάσταση χαρακτηρίζεται από το ασφυκτικό πλαίσιο που οριοθετεί ουπερπληθυσμός, οι συνήθως μη ανταποκρινόμενες στα θεσπισμένα κριτήρια κτηριακές εγκαταστάσεις, οι ελλείψεις σε προσωπικό -σωφρονιστικό, νοσηλευτικό και ιατρικό- αλλά καιαναλώσιμα που έχουν επιφέρει οι πολιτικές λιτότητας κ.ά. Όλα τα δεδομένα μαζί συνθέτουν ένα σκηνικό μη αξιοβίωτου βίου, ο οποίος, συν τοις άλλοις, επιβαρύνεται από το κύμα ασθενειών που εκδηλώνεται υπ’ αυτούς τους όρους κράτησης.
Αν σε όλα αυτά συνυπολογιστεί το ότι εξαιτίας του κορεσμού των φυλακών, τα αστυνομικά κρατητήρια τείνουν να μετατραπούν σε… άτυπες φυλακές, δε συνιστά παρά θλιβερά αναμενόμενο γεγονός το ότι διεθνείς φορείς (Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά των Βασανιστηρίων και της Απάνθρωπης Μεταχείρισης κ.α.) συχνά – πυκνά καταδικάζουν την Ελλάδα για τη μεταχείριση που επιφυλάσσει στους κρατούμενούς της, ιδίως στις πλέον ευπαθείς κατηγορίες αυτών (γυναίκες, οροθετικοί, τοξικοεξαρτημένοι, μετανάστες κ.ο.κ).
Παρά το ότι τα τελευταία χρόνια προστέθηκαν νέα σωφρονιστικά καταστήματα στο «χάρτη», εκ των οποίων κάποια βέβαια, όπως αυτό της Νιγρίτας, υπολειτουργούν λόγω ελλείψεων σε στελεχικό δυναμικό, η κατάσταση επιδεινώνεται αντί να βελτιώνεται.
Το μίγμα που δημιουργεί η οικονομική κρίση είναι «τοξικό». Από τη μία, η υποβάθμιση του βιοτικού επιπέδου προκαλεί αλυσιδωτές αντιδράσεις, ιδίως σε ό,τι αφορά τους πλέον ευπαθείς πληθυσμούς, οι οποίοι και αποδεικνύονται πιο επιρρεπείς στην παραβατικότητα. Από την άλλη, ενώ οι οριακές κοινωνικές συνθήκες ευνοούν την εκδήλωση παραβατικών συμπεριφορών, οι περιοριστικές δημοσιονομικές πολιτικές υπονομεύουν ποικιλότροπα την ποιότητα κράτησης των αυξανόμενων εγκλείστων.
Το αποτέλεσμα των παραπάνω διεργασιών είναι η επί της ουσίας εγκατάλειψη κάθε προοπτικής σωφρονισμού, η περαιτέρω περιθωριοποίηση των κρατουμένων, η κοινωνική απομόνωσή τους και εν τέλει η λειτουργία της φυλακής ως ενός τόπου που αντίθετα από τον καταστατικό προορισμό της, ανατροφοδοτεί το φαύλο κύκλο της παραβατικότητας.
Παναγιώτης Σκευοφύλακας
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου